ὑπομνηματογράφου

ὑπομνηματογράφου
ὑπομνηματόγραφος
memoir-writers
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • υπομνηματογραφείον — τὸ, Α [ὑπομνηματογράφος] το γραφείο τού υπομνηματογράφου …   Dictionary of Greek

  • υπομνηματογραφώ — έω, Α [ὑπομνηματογράφος] 1. ασκώ το έργο τού υπομνηματογράφου 2. αναγράφω λεπτομερώς 3. γράφω αναφορά για ένα θέμα 4. μέσ. ὑπομνηματογραφοῡμαι, έομαι (αποθ.) γράφω υπόμνημα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”